31.3.07

Έντυπο Νο3 (συνέχεια)

Τέταρτο μέρος: Δύο διαβάτες σε διαφορετικά μονοπάτια… και με διαφορετικό προορισμό

1. Οι «μέθοδοι» ενός ηγέτη. Η απόρριψη του Λόπες Ομπραδόρ από το «προεδρικό ζεύγος» αυξανόταν όσο εδραιωνόταν η υποψηφιότητα του ταμπασκένιου. Με τις πρωινές του διαλέξεις (και την ευρεία κάλυψη που του προσφέρανε τα μεγάλα ΜΜΕ – σήμερα δηλωμένοι εχθροί του περρεντίστα), ο αρχηγός της κυβέρνησης της πόλης του Μεξικό συμπλήρωνε την ατζέντα του Λος Πίνος… και της υπόλοιπης πολιτικής τάξης. Δεν είχε σημασία αν κάποιος βρισκόταν στην πιο απομακρυσμένη γωνιά της χώρας, γνώριζε αυτό που είχε πει ο Φοξ (καλά, όταν κατάφερνε να αρθρώσει κάτι κατανοητό), αυτό που είχε πει ο AMLO, και, όσο περνούσε η μέρα, όσα δήλωναν οι υπόλοιποι μεξικανοί πολιτικοί σχετικά με αυτά που είχε αναφέρει... ο κυβερνήτης του ΟΔ. Για τον Φοξ, αυτό, για ένα διάστημα, δεν φαινόταν να αποτελεί πρόβλημα. Σε ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα, ο Λόπες Ομπραδόρ δήλωνε αμηχανία λόγω της ξαφνικής ανταγωνιστικής στάσης του «κυρίου προέδρου» (θυμηθείτε εκείνο το «πρέπει να προστατεύσουμε το κύρος της προεδρίας»). «Εάν ήταν φίλος μου, δεν γνωρίζω τι του συνέβη», είπε τότε ο AMLO. Ε, αυτό που συνέβη ήταν ότι το «προεδρικό χρίσμα» ανήκε πλέον σε ένα ζευγάρι: τον Βισέντε Φοξ και τη Μάρθα Σααγούν. Και «η κυρία Μάρθα», όπως τη λέει ο σύζυγός της, ήθελε και θέλει να είναι όχι η κυρία του προέδρου, αλλά «η κυρία πρόεδρος».

Αν ακούγεται σαν τίτλος θεατρικού έργου, δεν είναι τυχαίο. Στην κωμωδία που παρουσιαζόταν καθημερινά στο Λος Πίνος, η κυρία Σααγούν είχε πάντα τον πρωταγωνιστικό ρόλο (αν και όχι πάντα τον πιο επιτυχημένο, δεν πρέπει να είμαστε απαιτητικοί). Η κυρία Μάρθα ξεκίνησε από πολύ νωρίς τη μεγάλη και, προς το παρόν, ανολοκλήρωτη κούρσα της προς τον προεδρικό θώκο. Όταν ακριβώς εμφανιζόταν μόνο ο Λόπες Ομπραδόρ ως ο πλέον ισχυρός υποψήφιος στη σκηνή. Ενώ, όμως, ξεφορτωνόταν τις ενοχλητικές (για εκείνη) προσωπικότητες του υπουργικού συμβουλίου και του στενού περιβάλλοντος του Φοξ, η Μάρθα έβλεπε με απόγνωση ότι ο AMLO παρέμενε ακλόνητος. Δεν χρειαζόταν πολύ εξυπνάδα (που ούτως ή άλλως δεν διέθεταν) για να καταλάβουν ποιος θα ήταν ο αντίπαλος της κυρίας Μάρθας, σε περίπτωση που γινόταν υποψήφια της Εθνικής Δράσης.

Το κόλπο των «βιντεοσκανδάλων» ήταν το πρώτο δείγμα μιας σοβαρής μάχης για να διωχτεί ο AMLO από την κούρσα για την προεδρία. Η μάχη πέρασε στην κατηγορία της πάλης με στόχο την αποπομπή. Αν στα βίντεο ήταν εμφανής η παρέμβαση της κυβέρνησης του Φοξ, στην περίπτωση της αποπομπής το θράσος ήταν τελειωτικό. Μια συνεχώς αυξανόμενη κινητοποίηση πολιτών (η οποία αφοπλίστηκε από τον Λόπες Ομπραδόρ), για τον Φοξ, είχε ως κόστος μια συντριπτική ήττα. Αλλά στην πολιτική δεν υπάρχουν τελικές μάχες.

Εντωμεταξύ ο Λόπες Ομπραδόρ έχτιζε μια υποψηφιότητα, δηλαδή, μια εικόνα. Φυσικά για να πετύχει κάτι τέτοιο δεν αρκούσε μόνο το προνομιακό μπαλκόνι της κυβέρνησης της πόλης του Μεξικό· εξάλλου στο PRD εξακολουθούσε να βαραίνει πολύ η μορφή του Cuauhtémoc Cárdenas Solorzáno. Όμως η κυβέρνηση του Ο.Δ. δεν έδινε μόνο τη δυνατότητα πρόσβασης στους προβολείς των ΜΜΕ, σήμαινε επίσης χρήματα, πολλά χρήματα. Και αυτή η μελωδία έχει μεγάλη ακροαματικότητα όχι μόνο στην ηγεσία του PRD αλλά και στην πολιτική τάξη, στο σύνολό της. Με διακριτική επιδεξιότητα, ο AMLO «κέρδιζε» τις συμπάθειες (και τον έλεγχο) του μηχανισμού του Κόμματος της Δημοκρατικής Επανάστασης… καθώς και ενός σημαντικού τμήματος διανοουμένων, καλλιτεχνών και επιστημόνων. Το πρώτο, με τον προϋπολογισμό. Τους δεύτερους, με το διάλογο και τις ιδιαίτερες φροντίδες.
Με δυο λόγια, όλα πήγαιναν μια χαρά.

Τότε λοιπόν μερικά μέσα ενημέρωσης έριξαν ένα δόλωμα που ο Λοπεσομπραδορισμός κατάπιε με μοναδική χαρά: τις πρώτες δημοσκοπήσεις. Καθώς σε αυτές ο AMLO εμφανιζόταν να έχει ένα σκανδαλώδες πλεονέκτημα απέναντι στους υπόλοιπους υποψήφιους, τις θεώρησε αξιόπιστες και τις προσυπέγραψε. Κακομαθημένος και κολακευμένος από τον τύπο τότε, ο Λόπες Ομπραδόρ ξέχασε έναν από τους βασικούς νόμους της βαλτώδους γης των ΜΜΕ: το εφήμερο και στιγμιαίο. Τα μέσα φτιάχνουν ήρωες («και ηρωίδες», προσθέτει η Μαρθούλα ενθουσιασμένη – αν το υποκοριστικό παίρνει «η», εκεί σας παραπέμπω) και άτιμους («και άτιμες», συμπληρώνει η Έλμπα Εστέρ Γκορντίγιο) όχι μόνο στις σαπουνόπερες, αλλά και στα σενάρια της πολιτικής. Αλλά έτσι όπως τους/ις δημιουργούν , με τον ίδιο τρόπο τους/ις καταστρέφουν. Ο αρχικά «ώριμος», «συνετός» και «υπεύθυνος» αρχηγός της κυβέρνησης, θα γινόταν αργότερα ένας πολιτικός «ανεύθυνος», «μεσσιανικός» και «προκλητικός»· και οι δημοσκοπήσεις που πριν τον έδειχναν ψηλά αργότερα θα τον έριχναν.

Στην κινητοποίηση εναντίον της αποπομπής του εμφανίστηκε το πρώτο δείγμα της «μεθόδου» του Λόπες Ομπραδόρ. Παρόλο που ήταν φανερό ότι πολλοί από όσους κινητοποιήθηκαν το έκαναν για να εναντιωθούν στην αδικία, και όχι για να τον στηρίξουν, ο AMLO χρησιμοποίησε το κίνημα αυτό για να ξεκινήσει ανοιχτά τον αγώνα με στόχο την προεδρία του Μεξικού. Όταν η κινητοποίηση άρχιζε να μετατρέπεται σε κίνημα (σε μερικές ομάδες εμφανιζόταν η ανησυχία να θέσουν πιο δύσκολα προβλήματα όπως η θέση της επιστήμης, της τέχνης, του πολιτισμού και, κυρίως, του πολιτικού έργου) και η κυβέρνηση του Φοξ υποχώρησε, ο Λόπες Ομπραδόρ έστειλε τον κόσμο στο σπίτι του.

Ο στόχος: ο AMLO είχε καταφέρει να πάψει η αποπομπή του και να τοποθετηθεί στην κορυφή του κύματος, ενώ ως αντάλλαγμα εκείνος είχε υποσχεθεί να σταματήσουν οι κινητοποιήσεις. Και αυτό έπραξε.

Το μήνυμα του Λόπες Ομπραδόρ προς το υπόλοιπο τμήμα της πολιτικής τάξης (της οποίας αποτελεί μέρος, ας μην το ξεχνάμε) και των κυρίων (και κυριών) του χρήματος ήταν ξεκάθαρο: «έχω την ικανότητα όχι μόνο να καλέσω σε μια μεγάλη κινητοποίηση, αλλά και να την καθοδηγήσω, να την ελέγξω, να καθορίσω τη μορφή και την έντασή της… και να τη σταματήσω».

2. Οι διανοούμενοι του AMLO. Σε ένα τμήμα του προοδευτικού περιβάλλοντος των διανοουμένων ξεκίνησε, από τότε, να εμφανίζεται αυτό που γνωρίζουμε ως φωτισμένο λοπεσομπραδορισμό. Αυτή η τάση θα άρχιζε να ξανακατατάσσει όσους κινούνταν ή όσους εμφανίζονταν στην πολιτική σκηνή του Μεξικού, η οποία χωρίζεται: στους καλούς (όσους είναι με τον AMLO – δηλαδή τους «συμπαθητικούς» και τους «δημοφιλείς») και στους κακούς (όσους δεν είναι με τον AMLO – δηλαδή τους «φθονερούς», σύμφωνα με την Ελενίτσα). Οποιαδήποτε κριτική ή αμφισβήτηση στον Λόπες Ομπραδόρ, ακόμα και χλιαρή ή μαλακή, καταχωρούνταν ως συνωμοσία της αντίδρασης, του Κάρλος Σαλίνας ντε Γκορτάρι, των σκοτεινών δυνάμεων της άκρας δεξιάς, της Γιούνκε, ενός καλυμμένου συντηρητισμού. Όταν τώρα οι κριτικές στον λοπεσομπραδορισμό είναι κάπως «επιεικείς», κρίνονται ως «σεκταριστικές», «περιθωριακές», «ακραίες», «παιδαριώδεις».

Με ένα πείσμα άξιο του καλύτερου αγώνα, αυτό το κομμάτι έχτιζε ένα σεχταριστικό, αδιάλλακτο, δεσποτικό και ποταπό σκεπτικό. Και το έκανε τόσο αποτελεσματικά που το σκεπτικό αυτό αποτέλεσε οδηγό για τους διανοούμενους, «καθρέφτες» του Λόπες Ομπραδόρ, στην προεκλογική καμπάνια, αργότερα στο κίνημα αντίστασης στη νοθεία και τώρα στο CND του AMLO.

Όταν η μεξικανική εφημερίδα La Jornada είχε ως τίτλο σε μια από τις εκδόσεις της του Αυγούστου 2005 (με αφορμή την πρώτη προπαρασκευαστική συνάντηση της Άλλης): «ή είναι μαζί μας ή είναι εναντίον μας» (κάπως έτσι), έκανε αλλά και δεν έκανε λάθος. Τη φράση αυτή δεν την είχε πει ο Μάρκος. Την είχε πει, από τότε, ο φωτισμένος λοπεσομπραδορισμός.

Αυτό το σκεπτικό (που άρχισε να εδραιώνεται, κάνοντας τα στραβά μάτια στην υποστήριξη από το PRD της ιθαγενικής αντιμεταρρύθμισης) ενθάρρυνε το σφράγισμα αυτιών και ματιών όταν οι περρεντίστες του Σινακατάν επιτέθηκαν σε ζαπατιστικές βάσεις στήριξης, στα Altos της Τσιάπας· και επέτρεψε στην κυβέρνηση του PRD στο ΟΔ να χειριστεί με πρόστυχο τρόπο τις δολοφονίες της υπερασπίστριας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Ντίγκνα Οτσόα ι Πλάσιντο και του νεαρού φοιτητή Πάβελ Γκονσάλες, στάση η οποία αργότερα θα γινόταν ρουτίνα. Στις περιπτώσεις της Ντίγκνα και του Πάβελ, έντιμες φωνές σιώπησαν μπροστά στο ακόμα μεγαλύτερο έγκλημα εξευτελισμού του θανάτου κοινωνικών αγωνιστών … «για να μην παίξουν το παιχνίδι της δεξιάς». Ο φωτισμένος λοπεσομπραδορισμός είχε τότε τον πρώτο του θρίαμβο, αθέμιτο όπως και όλοι όσους είχε ως τώρα.

Αν οι συμπαθούντες, οπαδοί και ηγετικά στελέχη του PRD, το κομμάτι αυτό των διανοουμένων και ο ίδιος ο AMLO, σώπασαν τότε, ήταν αναμενόμενο να μην πουν λέξη όταν οι δολοφόνοι μελών του PRD θα καταλάμβαναν υποψηφιότητες με την κιτρινόμαυρη σημαία.

Έτσι και έγινε.

Όταν κάποιος το βουλώνει απέναντι σε κάτι τέτοιο, το βουλώνει για τα πάντα. Το φάντασμα του «ακατονόμαστου» Κάρλος Σαλίνας ντε Γκορτάρι ενέδρευε παντού και άξιζε να κάνουν τα πάντα προκειμένου να το αντιμετωπίσουν. Τα πάντα, ακόμα και να φέρουν… στο PRD και τον κοντινό στον Λόπες Ομπραδόρ κύκλο, τους πρώην οπαδούς και ανθρώπους του Σαλίνας.

Με το αυτόχθονο αυτό είδος «μοναδικής σκέψης», ήρθε ένα νέο σύστημα αξιολόγησης, μια νέα ζυγαριά μέτρησης: το ίδιο πράγμα αξιολογούνταν διαφορετικά ανάλογα με αυτόν που το έκανε ή το πρότεινε. Αν το έκανε ή το πρότεινε ο AMLO ή κάποιος από τους συμπαθούντες του, τότε η ενέργεια ή το πρόγραμμα αποκτούσε όλες τις αρετές που μπορεί κανείς να φανταστεί· αλλά αν ήταν κάποιος που έκανε κριτική στον Λόπες Ομπραδόρ, τότε ήταν ένα πρόγραμμα των «σκοτεινών δυνάμεων» της άκρας δεξιάς.

Όταν επισημάναμε (στο κείμενο «Η απίθανη Γεωμετρία της Εξουσίας») ότι το πρόγραμμα του AMLO ήταν ίδιο με του Σαλίνας, οι διανοούμενοι/ες έβαλαν τις φωνές (υπάρχουν ακόμα εκεί πάνω υστερικοί/ες), αλλά όταν ο υπεύθυνος του οικονομικού σχεδίου του Λόπες Ομπραδόρ (ο κύριος Ραμίρες ντε λα Ο, σύμβουλος οικονομικής πολιτικής – και, σύμφωνα με ορισμένους, αυτός που θα έπαιρνε τη θέση του υπουργού Οικονομικών αν ο AMLO κέρδιζε την προεδρία) δήλωνε, λίγες μέρες πριν τις εκλογές, ότι η πρότασή του ήταν ο «κοινωνικός φιλελευθερισμός», παρόμοια με αυτήν του Κάρλος Σαλίνας ντε Γκορτάρι, οι διανοούμενοι/ες αυτοί/ες έστρεψαν αλλού το κεφάλι.

Απέναντι σε όλο αυτό, η πραγματική δεξιά συνέχιζε κάνοντας σα να μη συμβαίνει τίποτε. Μερικές από τις ιδέες και τις προτάσεις της υπήρχαν πλέον στο περιβάλλον του PRD: το «μοχθηρό» (και αποτυχημένο) Σχέδιο Πουέμπλα Παναμά του Βισέντε Φοξ θα έβρισκε τον «εξαγνισμό» του στο Πρόγραμμα Transítmico ۠ του AMLO, η υπερψήφιση του λεγόμενου «νόμου Televisa» από την κοινοβουλευτική ομάδα του PRD στην κάτω βουλή ήταν άλλο ένα «λάθος τακτικής»· οι μικρότεροι νόμοι και κανόνες, που υπερψηφίστηκαν, επίσης, από αυτό το κόμμα, και νομιμοποίησαν την υφαρπαγή ινδιάνικης γης δεν ήταν «κάτι το τόσο σοβαρό»· η συγκεχυμένη σχέση του Λόπες Ομπραδόρ με τον επιχειρηματία Κάρλος Σλιμ αποτελούσε «πολιτική επιπέδου»· η ιδιωτικοποίηση του Ιστορικού Κέντρου της Πόλης του Μεξικό λεγόταν «εκσυγχρονισμός»· η κολοσσιαία επένδυση για την κατασκευή δευτέρου επιπέδου της περιφερειακής λεωφόρου που συνδέει μια από τις πλέον πλούσιες ζώνες του ΟΔ, ενώ την ίδια στιγμή μείωνε το επενδυμένο στα δημόσια μέσα μεταφοράς κεφάλαιο, αποτελούσε παράδειγμα «καλής διακυβέρνησης» (όχι ότι παρέλειψε εκείνο το «πρώτα οι φτωχοί»)· το σφυροκόπημα του λαϊκού κινήματος της πόλης σήμαινε «βάζω τάξη»… και η αρχηγική στάση (caudillismo) που κυοφορούσε και καλλιεργούσε μεταφραζόταν σε… «εμφάνιση μιας νέας ηγεσίας».

Χωρίς να υπάρχει η παραμικρή ένδειξη για κάτι τέτοιο, επιβλήθηκε η άποψη ότι ο Λόπες Ομπραδόρ ήταν αριστερός γιατί… γιατί… καλά, γιατί αυτός το είπε (εντάξει, κάποιες φορές, άλλες πάλι όχι, εξαρτάται σε ποιον μίλαγε).

Το ημερολόγιο έφτασε στις 3 και 4 Μαΐου, και ο θάνατος και ο πόνος έφτασαν στο Σαν Σαλβαδόρ Ατένκο και το Τεσκόκο, στην πολιτεία του Μεξικό. Οι δημοσκοπήσεις ανέφεραν ότι έπρεπε ή να στηρίξουν την καταστολή ή να σωπάσουν. Ο Fecal έλεγε, ωραία, καταπληκτικά, αυτό έπρεπε να γίνει. Από τη μεριά της «αριστεράς», η κοινοβουλευτική ομάδα του PRD στο κογκρέσο της πολιτείας του Μεξικό χειροκρότησε το ρόλο της αστυνομίας και στήριξε τον Πένια Νιέτο. Ενώ ο Λόπες Ομπραδόρ… παρέμενε σιωπηλός. Το Ατένκο θα χρησίμευε αν επηρέαζε το αποτέλεσμα των εκλογών, όμως στα μμε οι «μετρήσεις» έδειχναν το αντίθετο. Ο φωτισμένος λοπεσομπραδορισμός διαμαρτυρήθηκε ελαφρώς, χωρίς να καταδικάσει το γεγονός (ενν. την επίθεση της αστυνομίας), και πάμε γι’ άλλα.

Λησμονήθηκε, επίσης, το γεγονός ότι ο AMLO, όταν ήταν υποψήφιος, προσπάθησε να γίνει ευχάριστος στον επιχειρηματικό τομέα. Αν ξαναδούμε τους λόγους και τις δηλώσεις του από την καμπάνια του για το χρίσμα του υποψηφίου του PRD στις προεδρικές εκλογές και την προεκλογική του εκστρατεία, δεν έχουν καμία σχέση με αυτά που έλεγε μετά τη 2α Ιουλίου. Ξανά και ξανά επαναλάμβανε στους πολιτικούς: «δεν θα υπάρξει εκδίκηση». Και στον επιχειρηματικό τομέα έλεγε καταλέξει: «μη με φοβάστε». Δηλαδή: «δεν πρόκειται να πειράξω τις περιουσίες σας, τα ποσοστά κέρδους σας, ή τα ήθη και έθιμα της πολιτικής τάξης».

Θα πρέπει να έχει κάποιος πολύ μεγάλο βαθμό μυωπίας για να μη δει κάτι τέτοιο. Αλλά όταν το βλέπει και σωπαίνει, πρέπει να διαθέτει τέτοιο βαθμό κυνισμού που δεν παύει ποτέ να μας καταπλήσσει.

Αργότερα, στην κινητοποίηση κατά της νοθείας, στο Σόκαλο της Πόλης του Μεξικό, ο Λόπες Ομπραδόρ δήλωνε ότι με το θρίαμβο του Χουάν Σαμπίνες στην Τσιάπας είχε σταματήσει η προέλαση της δεξιάς! Ο AMLO κινούσε αυτή την ζυγαριά που «εξαγνίζει» (και κάνει αριστερούς) όσους τον στηρίζουν – εξάλλου αυτός τη δημιούργησε. Αλλά ο φωτισμένος λοπεσομπραδορισμός να χειροκροτεί ενθουσιασμένος μια βλακεία τέτοιου μεγέθους, ήταν ακατανόητο… ή ήταν η χειροπιαστή απόδειξη του βαθμού κρετινισμού στον οποίο είχαν φτάσει. Το «να σταματήσουμε την προέλαση της δεξιάς στην Τσιάπας» σήμαινε να ανακυκλώσει τον «Κροκέτας» Αλμπόρες και τον μεγαλογαιοκτήμονα συγγραφέα (δημιουργό) αυτής της διάσημης φράσης: «στην Τσιάπας αξίζει περισσότερο ένα κοτόπουλο από έναν ινδιάνο» (Constantino Kanter). Όποιος καταπίνει κάτι τέτοιο τα καταπίνει όλα. Και αν κάτι αφθονεί στον φωτισμένο λοπεσομπραδορισμό είναι οι μυλόπετρες αυτού του μεγέθους.

Με τέτοιο «υγιές» περιβάλλον συζήτησης και «υψηλό» επίπεδο ανάλυσης, φτάσαμε στην πρώτη μέρα του Ιουλίου, με τον φωτισμένο λοπεσομπραδορισμό να υψώνει όχι ένα προοδευτικό πρόγραμμα συμμετοχής των πολιτών (δηλαδή, να δώσει μάχη με τα κόμματα για το πολιτικό του έργο), ή μια νέα πρόταση για την τέχνη, τον πολιτισμό και τις επιστήμες, αλλά ένα σύνθημα γεμάτο στόμφο και υπεροψία: «χαμογέλα, θα νικήσουμε». Όχι, δεν καλούσαν για να βάλουν φραγμό στη δεξιά (φυσικά τώρα θα πουν ότι αυτό έκαναν) αλλά να προετοιμαστούν για τη γιορτή του θριάμβου (αυτό ναι, με μετριοπάθεια και ωριμότητα).

Αχ!! Θα ήταν όλα τόσο εύκολα, χωρίς κινητοποιήσεις, χωρίς καταστολή, χωρίς συγκρούσεις, χωρίς πολιτικές και ιδεολογικές αντιπαραθέσεις, χωρίς συζητήσεις, χωρίς εσωτερικές συγκρούσεις, τόσο ειρηνικά, τόσο ήρεμα, τόσο σταθερά, τόσο ισορροπημένα, χωρίς ριζοσπαστισμό, χωρίς φυγή κεφαλαίων, χωρίς πτώση στο χρηματιστήριο αξιών, χωρίς διεθνείς πιέσεις, χωρίς κανείς να το καταλάβει, χωρίς πάλη των τάξεων, τόσο, τόσο…

Η καταστολή; Υπήρχε η Άλλη Καμπάνια, το Ατένκο, αυτοί, ναι, οι «αγράμματοι» και οι «πρόστυχοι», που θα την υφίστανται. Δεν θα υπήρχαν αποκλεισμοί κεντρικών δρόμων ακόμα και για το δίκαιο αίτημα της απελευθέρωσης και δικαιοσύνης για τους κρατούμενους του Ατένκο. Όταν η Άλλη έκανε αποκλεισμούς δρόμων εκφράζοντας την αλληλεγγύη της στους/ις συντρόφους/ισσές μας, η αστυνομία του Ο.Δ. επιτίθετο προκειμένου να «διασφαλίσει την ελεύθερη κυκλοφορία». Δεκάδες νέοι/ες, στην πλειοψηφία τους φοιτητές του ENAH και του CCH Sur, χτυπήθηκαν και πνίγηκαν από τα δακρυγόνα στον νότιο περιφερειακό, ενώ καταδιώχθηκαν μέχρι το εσωτερικό των εγκαταστάσεων της Εθνικής Σχολής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας.

Ο φωτισμένος λοπεσομπραδορισμός δήλωνε: τι καλά, μπράβο, ο δρόμος, τα αυτοκίνητα, το διάταγμα νούμερο 13 (που εκδόθηκε από τον AMLO όταν ήταν αρχηγός της κυβέρνησης του ΟΔ), η ελεύθερη κυκλοφορία, οι «ακραίοι», η τάξη, η σταθερότητα. Εξάλλου, ήταν μόνο κάποιοι πιτσιρικάδες (που πιθανότατα δεν θα ψήφιζαν κιόλας, ούτε θα είχαν εκλογικό βιβλιάριο). Ή αλλιώς, όπως θα έλεγαν η Αλάσκα και η Θάλεια, «ποιον ενδιαφέρει;».

Αργότερα, η κινητοποίηση κατά της νοθείας απέκλεισε την λεωφόρο Ρεφόρμα (έτσι νομίζω πως λέγεται), κάνοντας χρήση του νόμιμου δικαιώματος στην ελεύθερη έκφραση. Όταν οι επιχειρηματίες και ο «καλός κόσμος» διαμαρτυρήθηκαν (παρά τη φορολογική τους στήριξη) και ζήτησαν το κεφάλι του αρχηγού της κυβέρνησης του Ο.Δ., ο πολιορκημένος Αλεχάντρο Ενσίνας, σε συνέντευξη που έδωσε στη Ελενίτσα Πονιατόβσκα, δήλωνε ότι όφειλε να σεβαστεί και να προστατεύσει την ελευθερία της διαμαρτυρίας.

Συγκινημένη, ίσως, από τα βάσανα του Ενσίνας, η Ελενίτσα «ξέχασε» να τον ρωτήσει γιατί οι ελευθερίες έχουν αξία και γίνονται σεβαστές μόνο όταν αφορούν τους συμπαθούντες του AMLO και όχι όταν σχετίζονται με την Άλλη, ή το κίνημα των απορριπτέων από την ανώτατη εκπαίδευση, ή τα κινήματα που καταφεύγουν στις δράσεις αυτές προκειμένου να ακουστούν και να γίνουν ορατά. Μέσα σ’ αυτή τη «λήθη» μεταξύ συνεντευξιαζόμενου και συνεντευξιάζουσας ένα πράγμα ακούστηκε καθαρά: «υπάρχει άλλος νόμος για τους μεν (αυτούς που είναι μαζί μου) και άλλος για τους δε (αυτούς που δεν με υποστηρίζουν-ακολουθούν-υπακούουν)».

Αλλά τη νύχτα της 1ης Ιουλίου, ο φωτισμένος λοπεσομπραδορισμός ονειρεύτηκε ότι η χώρα θα άλλαζε μόνο με την προσέλευση στις κάλπες. Και αυτοί/ες θα ανέχονταν με σεμνότητα, χρειαζόταν λίγη παραπάνω, τις εκφράσεις ευγνωμοσύνης της φτωχολογιάς (κοίτα, κόρη μου, να ο καθηγητής που δίδαξε τον κύριο πρόεδρο και το γιο του· και εκεί είναι αυτοί που είδαμε στην εξέδρα, χαιρέτα τους γιατί είναι αυτοί που οργάνωσαν την απελευθέρωσή μας), των ινδιάνων (όχι των ζαπατίστας, γιατί ως γνωστόν είναι αχάριστοι), των εργατών, των αγροτών, των γυναικών, των νέων, των ηλικιωμένων, του Μεξικού τέλος πάντων. Και στο εξωτερικό θα πραγματοποιούνταν διαλέξεις και στρογγυλά τραπέζια. Και ο φωτισμένος λοπεσομπραδορισμός, ναι, με σεμνότητα και μετριοπάθεια, θα έλεγε όλα όσα έκανε για το Μεξικό… το μόνο που έλειπε ήταν να ανέβουν στην εξέδρα.

Αλλά έφτασε η 2α Ιουλίου, και μαζί με αυτή ήρθε και η Γκορντίγιο… και μαζί της… η νοθεία.

3. Η κινητοποίηση ενάντια στη νοθεία. Αλλά, μετά την αρχική αβεβαιότητα και αφού είχαν ετοιμάσει την κρεμάλα για να εξοντώσουν τον Μάρκος, τον EZLN, την Άλλη Καμπάνια και όλους όσους αντιστέκονταν στην «κάθαρση» που τους πρόσφεραν, οι διανοούμενοι/ες αυτοί/ές κατάλαβαν τι συνέβη. Ο AMLO απέδειξε για άλλη μια φορά ότι διέθετε περισσότερη διαίσθηση και εξυπνάδα από τον φωτισμένο λοπεσομπραδορισμό. Ήξερε καλά ότι μια κινητοποίηση κατά της νοθείας εξαρτιόταν από το τι αυτός θα έλεγε και θα έκανε… και το τι είπε και έκανε. Ξεκίνησε τότε μια λαϊκή, αυθεντική, θεμιτή και δίκαιη κινητοποίηση: η κινητοποίηση κατά της νοθείας και, κατά συνέπεια, κατά της επιβολής του Φελίπε Καλντερόν.

Ειπώθηκε ότι η κινητοποίηση δεν ήταν ούτε είναι αυτό που λένε. Μιλάνε για μετακινήσεις οπαδών, για την απροκάλυπτη και προκλητική ανάμιξη της κυβέρνησης του Ο.Δ. και του μηχανισμού του PRD, ότι δεν ήταν ούτε είναι τόσοι όσο λένε. Ίσως. Εκείνο για το οποίο δε χωράει αμφιβολία, τουλάχιστον για μας τους ζαπατίστας, είναι ότι εκεί, σ’ αυτή την κινητοποίηση, βρέθηκαν και βρίσκονται, ορμώμενοι από τις αρχές και τα πιστεύω τους, και έντιμα άτομα. Αυτοί αξίζουν το σεβασμό μας και τον έχουν, ωστόσο ο δρόμος που έχουν διαλέξει οδηγεί κάπου που εμείς δεν επιθυμούμε να πάμε.

Μαζί τους δεν μοιραζόμαστε ούτε το δρόμο ούτε τον προορισμό.

Και, για μας, ο καλύτερος τρόπος για να τους/ις δείξουμε το σεβασμό μας είναι να μην αναμιχθούμε στην κινητοποίησή τους, είτε για να αμφισβητήσουμε την αδιαφιλονίκητη ηγεσία του AMLO εκεί, είτε για να σαμποτάρουμε, είτε από οπορτουνισμό, ούτε για να «ανοίξουμε τα μάτια» των μαζών (αυτά είναι κάποια από τα επιχειρήματα και τους λόγους για τους οποίους βρίσκονται εκεί οργανώσεις και ομάδες, παρόλο που δεν συμφωνούν με την καθοδήγηση της κινητοποίησης).

Ξέρουμε ότι τα έντιμα άτομα που βρίσκονται εκεί πιστεύουν ότι μπορεί η κινητοποίηση να μετατραπεί (με το CND) σε κίνημα, που δεν θα εξαρτάται από κάποιον ηγέτη ούτε από το μηχανισμό ελέγχου που έχει επιβληθεί στα μέλη του CND. Ίσως. Εμείς δεν το νομίζουμε. Αντίθετα, πιστεύουμε ότι θα ήταν ανήθικο «να κολλήσουμε» και να «εκμεταλλευθούμε» μια κινητοποίηση για την οποία δεν έχουμε προσφέρει τίποτε, καθώς και να διατηρήσουμε έναν κριτικό σκεπτικισμό.

Τώρα, σχετικά με την κινητοποίηση κατά της νοθείας και την προσπάθειά της, με το Εθνικό Δημοκρατικό Συνέδριο (CND), να μετατραπεί σε κίνημα, λέμε τα εξής:

1. Όσον αφορά την παρανομία των θεσμών, η «συνείδηση» του AMLO εμφανίζεται, γιατί δεν αναγνωρίστηκε ο θρίαμβός του λόγω της νοθείας. Τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά αν είχε αναγνωριστεί ότι κέρδισε την προεδρία.

2. Το Εθνικό Δημοκρατικό Συνέδριο δεν βρισκόταν στη σκέψη του Λόπες Ομπραδόρ στο ξεκίνημα της κινητοποίησής του. Αν ήταν έτσι, θα είχαν εκμεταλλευθεί την κατασκήνωση - διαμαρτυρία για να αναλύσουν, να συζητήσουν και να αμφισβητήσουν τις διάφορες προτάσεις που τελικά ψηφίστηκαν δια χειροκροτημάτων στις 16 Σεπτεμβρίου 2006. Το CND ήταν και παραμένει ένας τρόπος διεξόδου από την κατασκήνωση - διαμαρτυρία, και μια νόμιμη μορφή δημιουργίας ενός κινήματος με σκοπό να φτάσει στην προεδρία το 2012… ή νωρίτερα, αν επιτευχθεί η πτώση του Φελίπε Καλντερόν.

3. Στο CND επιβλήθηκε μια ηγεσία που σκόπευε να ελέγξει παρά να καθοδηγήσει το κίνημα. Δεν υπάρχει σ’ αυτό το παραμικρό σπέρμα δημοκρατικής συμμετοχής στις συζητήσεις και στη λήψη αποφάσεων, πολύ λιγότερο δε αυτοοργάνωσης. Η ηγεσία αυτή έχει τα δικά της συμφέροντα και τις δικές της υποχρεώσεις (παρόλο που το CND είχε αποφασίσει μποϊκοτάζ εναντίον κάποιων επιχειρήσεων και προϊόντων, μερικοί από τους ηγέτες του δήλωναν ότι δεν θα το εφάρμοζαν – δείτε αυτό που έγραψε την επόμενη του CND ο Φεντερίκο Αρρεόλα στην εφημερίδα Μιλένιο).

4. Το υπό διαμόρφωση κίνημα του λοπεσομπραδορισμού δεν έχει σκοπό να προκαλέσει κρίση στους θεσμούς (εκείνους που κατέστρωσαν και διέπραξαν τη νοθεία). Αν ήταν έτσι, θα είχε αποφασιστεί να αρνηθούν όλοι τις όποιες θέσεις είχαν κερδίσει στις εκλογές, πράγμα το οποίο θα προκαλούσε τέτοια ρήξη που δύσκολα θα μπορούσε να τη χειριστεί το σύστημα. Το CND δεν επιδιώκει την αυτονομία και ανεξαρτησία του. Αντίθετα, εξακολουθεί να είναι υποταγμένο στην παλιά πολιτική τάξη (μεταμορφωμένη σήμερα σε «αριστερά»).

5. Η πλειοψηφία, όχι όλοι/ες, όσων ηγούνται του CND διαπρέπουν στη διαφθορά, τον οπορτουνισμό και την ροπή προς τις παράνομες συναλλαγές. Κι ενώ, αφενός, στέλνουν «στο διάολο» τους ανέντιμους θεσμούς, αφετέρου, συμμετέχουν σε αυτούς (ακόμα και με χρήματα). Οι διαπραγματεύσεις βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη ενώ ακόμα δεν έχουν ξεκινήσει κάποιες πολύ σημαντικές: οι προϋπολογισμοί του ομοσπονδιακού κράτους και της Πόλης του Μεξικό.

6. Ο φωτισμένος λοπεσομπραδορισμός κατευθύνει τώρα τις επιθέσεις του ενάντια στον ίδιο του τον εαυτό, σε όσους είχαν υποστηρίξει τον AMLO και τώρα ασκούν κριτική. Οι εσωτερικές διαγραφές και εκκαθαρίσεις θα πληθύνουν.

7. Η κινητοποίηση είχε και έχει αδιαμφισβήτητες αναλαμπές και λάμψεις: για παράδειγμα, τη δημιουργικότητα και εφευρετικότητα που επέδειξαν στις δράσεις όπου καταγγέλλονταν μερικές από τις εταιρείες συνένοχες στη νοθεία (τράπεζες, Wall Mart κλπ)· την πίστη που εκδήλωναν στη συμμετοχή τους άνθρωποι από τους από κάτω· τη δίκαιη και θεμιτή οργή ενάντια στην επικράτηση του PAN και της κυβέρνησης του Φοξ, καθώς και ενάντια στην προσβλητική περιφρόνηση που εκφράστηκε από μερικά ηλεκτρονικά ΜΜΕ (την Televisa, το TV Azteca και τα μεγάλα ραδιοφωνικά δίκτυα) απέναντι σε όσους συμμετείχαν και συμμετέχουν στην κινητοποίηση.

4. Κάτω… Εν τω μεταξύ, στο Μεξικό των από κάτω…

Οι έντιμοι άνθρωποι. Κάτω βρίσκεται η πλειοψηφία όσων κινητοποιήθηκαν ενάντια στην εκλογική νοθεία. Αυτοί που ήθελαν να γίνει ο AMLO πρόεδρος γιατί τον ψήφισαν και νίκησαν. Αυτοί που υπερασπίζονται το δικαίωμα στη δημοκρατική εκλογή της κυβέρνησης. Αυτοί που δεν ήθελαν να επαναληφθεί ένα άλλο 1988. Αυτοί που είχαν και έχουν μια δυσπιστία υγιή απέναντι στους κομματικούς μηχανισμούς του Συνασπισμού. Αυτοί που προκαλούν την παρούσα εξουσία και θέλουν να αλλάξει το νεοφιλελεύθερο σύστημα που διαλύει τον κοινωνικό ιστό και βυθίζει τη χώρα.

Οαχάκα. Το από κάτω εισέβαλε επίσης στην Οαχάκα και πήρε μορφή και το δρόμο του με τη Λαϊκή Συνέλευση των Λαών της Οαχάκα (ΑΡΡΟ). Η ικανότητα βέτο αυτού του κινήματος αξίζει να ληφθεί υπόψη. Δεν έχει σημασία αν αυτοί που συμμετείχαν εκεί ψήφισαν ή όχι (ή αν ψήφισαν το Συνασπισμό ή κάποια άλλη πολιτική κομματική δύναμη). Αυτό δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι έχουν εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους που προχωρά πιο πέρα από τους ηγέτες τους και τις συγκυρίες. Αυτή η εμπιστοσύνη τους επέτρεψε, ως τώρα, να αποφασίζουν μόνοι τους την τακτική που θα ακολουθήσουν χωρίς να υποχωρούν στις εξωτερικές πιέσεις και στις συμβουλές των «καλών συνειδήσεων». Ως EZLN υποστηρίζουμε το κίνημα αυτό και προσπαθούμε να δούμε και να μάθουμε μέσω των συντρόφων/ισσών της Άλλης που αγωνίζονται εκεί. Η δική μας υποστήριξη δεν πηγαίνει πιο πέρα για δύο λόγους: ο ένας είναι ότι πρόκειται για ένα κίνημα ούτως ή άλλως σύνθετο και μια υποστήριξη πιο άμεση θα προκαλούσε «αναταραχή», σύγχυση και δυσπιστία· ο άλλος είναι ότι πολλές φορές το κίνημα του λαού της Οαχάκα κατηγορήθηκε για δεσμούς με ένοπλες ομάδες, και η άμεση παρουσία μας θα συνέβαλε στην ανάπτυξη από τα ΜΜΕ μιας ακόμη μεγαλύτερης εκστρατείας εναντίον τους.

Οι Άλλοι/ες. Αλλά δεν υπάρχουν μόνο οι διαπληκτισμοί της πολιτικής των από πάνω. Μια άλλη εξέγερση δημιουργείται στα έγκατα της κοινωνίας: στους ινδιάνικους λαούς, στους νέους που κακοποιούνται από την εξουσία (συμπεριλαμβανομένης και αυτής του PRD), στους εργαζόμενους των μακίλας, στους εργαζόμενους/ες στο σεξ, στις ανυπότακτες γυναίκες που αγωνιούν για την τύχη των συζύγων τους που μετανάστευσαν στο βορρά, στις πολιτικές οργανώσεις της αριστεράς που έχουν πειστεί ότι υπάρχει κάτι περισσότερο από το κεφάλαιο και την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, σε όλους/ες όσοι/ες συγκροτούν την Άλλη Καμπάνια, που βρίσκονται σε όλη τη χώρα και οργανώνονται, επινοώντας έναν διαφορετικό τρόπο άσκησης πολιτικής και δημιουργίας δεσμών με τους όμοιους-διαφορετικούς από αυτούς.

Η Άλλη Καμπάνια δεν έχει σχέση με όσα δημοσιεύτηκαν στα ΜΜΕ. Δεν την χαρακτηρίζουν ούτε όσα διατυπώνουν σχετικά κάποιοι από τους συμμετέχοντες ούτε βέβαια όσα η Επιτροπή «Έκτη» του EZLN έχει σχολιάσει για την πορεία της. Είναι πολλά, περισσότερα από όλα αυτά. Είναι ένας χείμαρρος που συνεχίζει την πορεία του, από τα κάτω, που ακόμα δεν έχει εκφραστεί για τα πάντα, όμως υπάρχει και αναπαράγεται στα υπόγεια του Μεξικού.

Αλλά από κάτω υπάρχουν επίσης και τα εκατομμύρια που δεν ψήφισαν. Που δεν πιστεύουν στις εκλογές (πολλοί από αυτούς, όπως εμείς οι ζαπατίστας, δεν έχουν ψηφίσει ποτέ, από πεποίθηση). Αυτοί που είναι κομμάτι του περιφρονημένου και ταπεινωμένου Μεξικού (και τώρα ο φωτισμένος λοπεσομπραδορισμός θέλει να τους περιφρονήσει και να τους ταπεινώσει ακόμα περισσότερο, καταλογίζοντάς τους μια υποτιθέμενη ήττα). Πολλοί από αυτούς ανήκουν στο Μεξικό των ινδιάνικων λαών, που μόλις πριν από μερικά χρόνια τους επαινούσαν για τη διάθεσή τους να αγωνιστούν και να αντισταθούν.

Με αυτούς τους τελευταίους, με αυτούς που δεν κοιτούν προς τα πάνω, είμαστε εμείς οι ζαπατίστας. Και πιστεύουμε ότι και η Άλλη Καμπάνια με αυτούς/ες πρέπει να είναι.

Γιατί κάποιοι/ες από μας τους από κάτω, που βρισκόμαστε στην Άλλη, αναγνωρίζουμε τον πόνο μας και τον εχθρό που τον προκαλεί στο πρόσωπο του καπιταλισμού.

Γνωρίζουμε ήδη δύο βασικά πράγματα: Το πρώτο είναι ότι για να γεννηθεί αυτός ο αγώνας είναι ανάγκη να δημιουργηθεί ένα κοινωνικοπολιτικό, αυτόνομο και ανεξάρτητο κίνημα. Και το δεύτερο ότι από τα πάνω δεν μπορεί να προκύψει ουσιαστική λύση ούτε για τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που υφίσταται το Μεξικό, ούτε για να αντιμετωπίσει τον έλεγχο που ασκεί η πολιτική τάξη εμποδίζοντας τη συμμετοχή και την οργάνωση του λαού.

Εμείς, οι ζαπατίστας του EZLN, εδώ και ένα χρόνο επιλέξαμε να προωθήσουμε ένα πανεθνικό αντικαπιταλιστικό κίνημα, από τα κάτω και αριστερά, που θα ξεπερνά την εκλογική συγκυρία – στο οποίο θα μπορούσαμε να βρεθούμε ανεξάρτητα από την απόφαση που θα έπαιρνε ο καθένας από μας σχετικά με τις εκλογές. Τώρα είδαμε και μάθαμε πολλά πράγματα. Για τους από πάνω, για την Άλλη, για μας τους/ις ίδιους/ες.

Ανεξάρτητα από το αν συμφωνούμε ή όχι με τη νομιμότητα ή τη δημοτικότητα του κινήματος στο οποίο ηγείται ο Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ, πιστεύουμε ότι ο δρόμος της Άλλης είναι διαφορετικός. Και πάνω από όλα, οι σύντροφοι και συντρόφισσες της Άλλης έχουμε άλλο προορισμό.

Εμείς, η Άλλη, δεν ψάχνουμε κάποιον να μας καθοδηγεί ούτε κάποιον να καθοδηγούμε. Δεν προσπαθούμε από τα πάνω να αποκτήσουμε εκείνο που δημιουργείται από τα κάτω.

Και σε σας, τους συντρόφους και τις συντρόφισσές μας της Άλλης, θέλουμε να κάνουμε μια πρόταση…

(Συνεχίζεται…)

Δεν υπάρχουν σχόλια: