31.3.07

Έντυπο Νο3 (συνέχεια)

Οι Ζαπατίστας και η Άλλη Καμπάνια: Οι οδοιπόροι της ιστορίας


Πρώτο Μέρος: Tα μονοπάτια της Έκτης


Όσο το δυνατόν πιο σύντομα, μιας και έχουμε ήδη μιλήσει πολύ για αυτό το θέμα, θα αναφερθούμε στις διαδικασίες στο εσωτερικό του EZLN που προηγήθηκαν της Έκτης Διακήρυξης:

1. Η προδοσία και η αποσύνθεση της μεξικανικής πολιτικής τάξης.
Στα τέλη Απριλίου του 2001, μετά την Πορεία του Χρώματος της Γης και την υποστήριξη εκατομμυρίων ανθρώπων, από το Μεξικό και απ’ όλο τον κόσμο, στο αίτημα της συνταγματικής αναγνώρισης των δικαιωμάτων και της κουλτούρας των ιθαγενών, η πολιτική τάξη στο σύνολό της ενέκρινε μία αντιμεταρρύθμιση. Αυτό το έχουμε συζητήσει επανειλημμένα, τώρα θέλουμε απλά να επισημάνουμε το πιο βασικό: τα τρία βασικά πολιτικά κόμματα, PRI , PAN και PRD , γύρισαν την πλάτη στο δίκαιο αίτημα των ιθαγενών και μας πρόδωσαν.

Τότε κάτι έσπασε για πάντα.

Αυτό το γεγονός (που προσεκτικά «ξεχνάνε» αυτοί που αντιδρούν στην κριτική που κάνουμε στο σύνολο της πολιτικής τάξης) υπήρξε βασικό για τα επόμενα βήματα του EZLN, τόσο στο εσωτερικό του όσο και προς τα έξω. Από εκείνη τη στιγμή ο ΕZLN πραγματοποιεί έναν απολογισμό του τι πρότεινε, ποιο δρόμο ακολούθησε και τις πιθανές αιτίες αυτής της προδοσίας.

Μέσω δημόσιων και εσωτερικών αναλύσεων, ο EZLN χαρακτήρισε το κοινωνικοοικονομικό μοντέλο που επικρατεί στο Μεξικό ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟ. Επεσήμανε ακόμη ότι ένα από τα χαρακτηριστικά του είναι και η καταστροφή του έθνους- κράτους, πράγμα που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την αποσύνθεση βασικών πολιτικών φορέων, των μεταξύ τους εξουσιαστικών σχέσεων καθώς και των «μέσων» τους.

Ο EZLN πίστευε μέχρι τότε ότι υπήρχε σε ορισμένους τομείς της πολιτικής τάξης κάποια ευαισθησία, κυρίως δε σε αυτούς που συγκεντρώνονταν γύρω από τον Cuauhtemoc Cardenas Solorzano , (μέσα και έξω από το PRD) και ότι θα ήταν δυνατόν, με κινητοποιήσεις και συμμαχίες μέσα από αυτό το τμήμα, να αποσπάσουμε από τους κυβερνώντες την αναγνώριση των δικαιωμάτων μας ως ιθαγενικών λαών. Για αυτό το λόγο, ένα σημαντικό μέρος των δημόσιων δράσεων του EZLN στόχευε στις συνομιλίες με την πολιτική τάξη, τον διάλογο και την διαπραγμάτευση με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Σκεφτόμασταν ότι οι πολιτικοί από πάνω θα καταλάβαιναν και θα ικανοποιούσαν μία διεκδίκηση η οποία είχε απαιτήσει έναν ένοπλο ξεσηκωμό και το αίμα τόσων μεξικάνων. Ότι αυτό θα δρομολογούσε μία διαδικασία διαλόγου και διαπραγμάτευσης με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Ότι έτσι θα μπορούσαμε να «βγούμε» προς τα έξω και να κάνουμε πολιτική με ειρηνικό τρόπο. Ότι με την συνταγματική αναγνώριση θα υπήρχε μία «σκέπη νομιμότητας» που θα προστάτευε τις διαδικασίες αυτονομίας που υιοθετούνται σε διάφορα μέρη του ινδιάνικου Μεξικού και ότι θα δυνάμωνε η οδός του διαλόγου και της διαπραγμάτευσης ως εναλλακτική για την επίλυση των συγκρούσεων.

Κάναμε λάθος.

Η πολιτική τάξη στο σύνολό της υπήρξε μίζερη, ελεεινή, ποταπή και… ηλίθια. Η απόφαση που πήραν τότε τα τρία βασικά πολιτικά κόμματα (PAN, PRI, PRD) απέδειξε ότι οι υποτιθέμενες διαφορές μεταξύ τους είναι τελείως ψεύτικες. Η «γεωμετρία» της πολιτικής των από πάνω είχε γίνει άνω κάτω. Δεν υπήρχε ούτε αριστερά, ούτε κέντρο, ούτε δεξιά. Τίποτε παρά μόνο μία συμμορία ληστών με το νόμο στο πλευρό τους… και με έναν απίστευτο κυνισμό που εμφανιζόταν στις ζώνες υψηλής τηλεθέασης.

Δεν ξέρουμε αν κάναμε από την αρχή λάθος, αν ήδη το 1994 (όταν ο EZLN επέλεξε να αναλάβει ειρηνικές πρωτοβουλίες) η αποσύνθεση της πολιτικής τάξης ήταν γεγονός (και ο λεγόμενος νεοκαρντενισμός δεν ήταν παρά νοσταλγική ανάμνηση του ’88 ), ή αν σε αυτά τα 7 χρόνια η Εξουσία είχε επιταχύνει τη διαδικασία σήψης των επαγγελματιών πολιτικών.

Από το 1994, άτομα και ομάδες της τότε λεγόμενης «κοινωνίας των πολιτών» μας είχαν πλησιάσει για να μας πούνε ότι ο νεοκαρδενισμός ήταν ειλικρινής, συνεπής και φυσικός σύμμαχος όλων των λαϊκών αγώνων, όχι μόνο του νεοζαπατισμού. Πιστεύουμε ότι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων αυτός ο κόσμος έκανε ό,τι έκανε με καλή πρόθεση.

Ο ρόλος του σημερινού υπαλλήλου του Fox, Cuauhtemoc Cardenas Solorzano, και του γιου του, του ελεεινού Lazaro Cardenas Batel (σημερινού κυβερνήτη ενός Michoacan που ελέγχεται από το εμπόριο ναρκωτικών) στην ιθαγενική αντιμεταρρύθμιση είναι γνωστός. Μαζί με τον μετέπειτα ένθερμο υποστηρικτή του Λόπες Ομπραδόρ, Jesus Ortega, οι γερουσιαστές του PRD ψηφίσαν ένα νόμο που καταγγέλθηκε σαν φάρσα ακόμη και από αντίθετες στους ζαπατίστας ιθαγενικές οργανώσεις. Επιβεβαιώθηκαν κατά αυτό τον τρόπο τα λόγια ενός παλιού αγωνιστή της αριστεράς: «ο Cardenas πέθανε το 1988…». Οι βουλευτές του PRD με τη σειρά τους ενέκριναν μία σειρά από δευτερεύοντες νόμους και ρυθμίσεις που παγίωσαν την προδοσία.

Θέλουμε μονάχα να θυμίσουμε ότι όταν καταγγείλαμε αυτή τη συμπεριφορά του νεοκαρδενισμού, δεχτήκαμε επίθεση από αυτούς ακριβώς που σήμερα παραδέχονται ότι ο Cardenas είναι προδότης (επειδή δεν στήριξε τον Λόπες Ομπραδόρ, φυσικά…). Βέβαια… άλλο είναι να εξαπατάς μερικούς ινδιάνους και άλλο να προδίδεις τον ΑΡΧΗΓΟ. Μας αποκάλεσαν τότε «σεκταριστές» και «περιθωριακούς» και μας κατηγόρησαν ότι με την επίθεση στον Cardenas «οι ζαπατίστας έπαιζαν το παιχνίδι της δεξιάς». Σας θυμίζει κάτι; Και τώρα ο μηχανικός θέλει να γίνει «αριστερός» και επικριτής του ΑΜLΟ… ενώ την ίδια στιγμή εργάζεται για τον επικαρπωτή του Λος Πίνος στην επιτροπή για την οργάνωση των εορταστικών εκδηλώσεων για τα διακόσια χρόνια από την ανεξαρτησία.

Μετά από αυτή την προδοσία εμείς δεν μπορούσαμε να κάνουμε σαν να μη συμβαίνει τίποτα (δεν είμαστε περεντίστες άλλωστε). Με στόχο την ψήφιση του ιθαγενικού νόμου, είχαμε μπει σε μία διαδικασία διαλόγου και διαπραγμάτευσης με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και είχαμε κάνει συμφωνίες, είχαμε δημιουργήσει μία δίοδο επικοινωνίας με την πολιτική τάξη και είχαμε καλέσει ανθρώπους (από το Μεξικό και όλο τον κόσμο) να κινητοποιηθούν μαζί μας προς αυτή την κατεύθυνση.

Στο λάθος μας είχαμε παρασύρει πολύ κόσμο.

Φτάνει πια. Το επόμενο βήμα του EZLN όχι μόνο δεν θα ήταν προς την κατεύθυνση του διαλόγου με τους από πάνω αλλά θα στρέφονταν εναντίον τους… ριζικά. Δηλαδή, το επόμενο βήμα του EZLN θα στρέφονταν ενάντια σε όλους τους πολιτικούς.


2.Ένοπλος αγώνας ή πολιτική και ειρηνική πρωτοβουλία;
Μετά από την αρνητική στάση του ανώτατου εθνικού δικαστηρίου μπροστά στις διαμαρτυρίες και την απροθυμία συμμόρφωσης πολλών ιθαγενικών κοινοτήτων στην αντιμεταρρύθμιση, κάποιοι διανοούμενοι (πολλοί από τους οποίους αργότερα μας κατηγόρησαν ότι δεν στηρίξαμε τον Ομπραδόρ και το PRD στον αγώνα για τον προεδρικό θώκο) έκαναν επανειλημμένα νύξεις και υπόγειες έμμεσες προτροπές για βίαιη δράση. Λίγο πολύ έλεγαν (με δηλώσεις και άρθρα κατά το Σεπτέμβρη-Οκτώβρη του 2002) ότι για τους ιθαγενείς δεν υπήρχε άλλος δρόμος… Κάποιοι από αυτούς, που σήμερα είναι οργανικά και παθιασμένα μέλη της μετεκλογικής καμπάνιας του Ομπραδόρ, έγραφαν τότε ότι ο EZLN δεν έχει παρά δύο λύσεις: Ή να επαναδιαπραγματευτεί με την κυβέρνηση ή να πάρει πάλι τα όπλα.

Τα διλήμματα που μπαίνουν από τα πάνω (και που τα οικειοποιούνται κάποιοι διανοούμενοι της «αριστεράς») είναι πλαστά. Κοιτώντας βαθιά μέσα μας αποφασίσαμε να μην κάνουμε ούτε το ένα ούτε το άλλο.

Είχαμε τότε την επιλογή της επιστροφής στις μάχες. Όχι μόνο είχαμε τη στρατιωτική ικανότητα για κάτι τέτοιο αλλά και την κοινωνική νομιμοποίηση… Αλλά η στρατιωτική δράση είναι η κατεξοχήν δράση που εισάγει αποκλεισμούς, το καλύτερο παράδειγμα σεκταρισμού. Σε αυτή έχουν θέση όσοι έχουν πολεμοφόδια, γνώση, την κατάλληλη φυσική και διανοητική κατάσταση και τη διαθεσιμότητα όχι μόνο να σκοτωθούν αλλά και να σκοτώσουν. Εμείς καταφύγαμε σε αυτή γιατί, όπως είπαμε και τότε, δεν μας είχαν αφήσει άλλη επιλογή.

Επιπλέον, είχαμε δεσμευτεί το 1994 να επιμείνουμε στον πολιτικό δρόμο. Όχι απέναντι στην κυβέρνηση αλλά απέναντι στον κόσμο, απέναντι στην «κοινωνία των πολιτών», που όχι μόνο είχε στηρίξει το σκοπό μας, αλλά και είχε συμμετάσχει ενεργά στις πρωτοβουλίες που πήραμε κατά τη διάρκεια των 7 αυτών χρόνων. Αυτές οι πρωτοβουλίες έδωσαν χώρο για τη συμμετοχή όλων, αποκλείοντας μόνο την ατιμία και το έγκλημα.

Σύμφωνα με την εκτίμησή μας, είχαμε δεσμευτεί απέναντι σε αυτόν τον κόσμο. Για αυτό και το επόμενο βήμα μας, σκεφτήκαμε, έπρεπε να κινείται στην ίδια, πολιτική (σημ. των πολιτών) και ειρηνική, λογική.


3. Το δίδαγμα των προηγουμένων πρωτοβουλιών: Να κοιτάμε κάτω.
Ενώ η πολιτική τάξη το 2001 μετέτρεπε την προδοσία της σε νόμο, στις ζαπατιστικές κοινότητες γινόταν ενημέρωση από την αντιπροσωπεία που είχε συμμετάσχει στη λεγόμενη «Πορεία του Χρώματος της Γης». Αντίθετα με αυτό που θα περίμενε κανείς, η ενημέρωση δεν αναφερόταν τόσο σε αυτά που είχαν συζητηθεί και ακουστεί από πολιτικούς, ηγέτες, καλλιτέχνες, επιστήμονες και διανοούμενους, παρά σε όσα είχαμε δει και ακούσει από το Μεξικό των από κάτω.

Η ανάλυσή μας τότε ήταν ταυτόσημη με αυτή που είχαν κάνει οι 5.000 αντιπρόσωποι στη συνέλευση του 1999 καθώς και όσοι συμμετείχαν στην πορεία των 1.111 το 1997. Δηλαδή, ότι υπήρχε μία μερίδα του πληθυσμού που μας απευθυνόταν λέγοντάς μας: «Σας στηρίζουμε στον αγώνα σας για τις ιθαγενικές διεκδικήσεις, αλλά… εμείς; Tι κάνουμε εμείς;» Και αυτή η μερίδα αποτελούνταν από αγρότες, εργάτες, υπάλληλους, γυναίκες, νέους. Κυρίως γυναίκες και νέους, με όλα τα χρώματα αλλά την ίδια ιστορία ταπείνωσης, λεηλασίας, εκμετάλλευσης και καταστολής.

Όχι… δεν τους είδαμε να αποζητάνε τον ένοπλο ξεσηκωμό. Ούτε περιμένανε κάποιον αρχηγό, έναν οδηγό, μία «αχτίδα ελπίδας». Όχι. Τους ακούσαμε και καταλάβαμε ότι περιμένανε να αγωνιστούμε όλοι μαζί για τις συγκεκριμένες ανάγκες και διεκδικήσεις τους, όπως ακριβώς κάνανε αυτοί για τις δικές μας. Κατανοήσαμε ότι όλος αυτός ο κόσμος αποζητούσε έναν άλλο τρόπο οργάνωσης, πολιτικής δράσης, αγώνα.

Η «έξοδος» των 1.111 και των 5.000 μας είχε ανοίξει ακόμη περισσότερο τα αυτιά και τα μάτια, γιατί οι σύντροφοι αυτοί είχαν ακούσει και δει ΑΜΕΣΑ ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΕΣ τους από κάτω. Όχι μόνο τις συνθήκες ζωής ατόμων, οικογενειών, ομάδων, συλλογικοτήτων και οργανώσεων, αλλά και την αποφασιστικότητά τους να αγωνιστούν, την ιστορία τους, ένα «αυτός είμαι» και «είμαι εδώ». Και ήταν όλος αυτός ο κόσμος, που δεν είχε καταφέρει ποτέ να επισκεφτεί τις κοινότητές μας, που δεν γνώριζε από πρώτο χέρι την πορεία μας, παρά μόνο αυτά που εμείς είχαμε διηγηθεί. Και δεν ήταν κόσμος που θα τον βρίσκαμε στην πρώτη γραμμή των διάφορων πρωτοβουλιών μέσω των οποίων εμείς οι νεοζαπατίστας ερχόμασταν σε άμεση επαφή με τον κόσμο.

Ήταν κόσμος ταπεινός και απλός που δεν ακουγόταν από κανέναν, και που έπρεπε να τον ακούσουμε… για να μάθουμε, για να γίνουμε σύντροφοι. Το επόμενο βήμα μας έπρεπε να μας φέρει σε επαφή με αυτόν τον κόσμο. Και αν προηγουμένως προσπαθούσαμε να μιλήσουμε και να ακουστούμε, τώρα έπρεπε να ακούσουμε. Και όχι για να σχετιστούμε με αυτόν τον κόσμο συγκυριακά, αλλά μακροπρόθεσμα, σαν σύντροφοι.

Επίσης, αντιληφθήκαμε ότι οι ζαπατιστικές αντιπροσωπείες, κάθε φορά που προχωρούσαν σε κάποια πρωτοβουλία, παρέμεναν απομονωμένες από έναν συγκεκριμένο κύκλο ανθρώπων: Αυτούς που οργανώνανε, που αποφασίζανε πότε, πού και με ποιον έρχονταν σε επαφή οι ζαπατίστας. Δεν κρίναμε αυτούς τους ανθρώπους σαν καλούς ή κακούς, απλά κάναμε αυτή την επισήμανση. Για αυτό και η επόμενη πρωτοβουλία θα έπρεπε να μπορεί να «ανιχνεύσει» αυτούς τους «αποκλεισμούς» από την αρχή, ώστε να είναι σε θέση να τους αποφύγει στη συνέχεια.

Επιπλέον, με ή χωρίς τη θέλησή μας οι «έξοδοι» του ΕΖLN είχαν ευνοήσει την επικοινωνία με ένα συγκεκριμένο τμήμα του πληθυσμού: Την μορφωμένη μεσαία τάξη, διανοούμενους, καλλιτέχνες, επιστήμονες, κοινωνικούς και πολιτικούς «αρχηγούς». Αν βρισκόμασταν σε θέση να διαλέξουμε, στην καινούρια μας αυτή πρωτοβουλία θα έπρεπε να επιλέξουμε ανάμεσα σε αυτόν τον κόσμο και στους πλέον εξαθλιωμένους. Αν έπρεπε να διαλέξουμε, θα διαλέγαμε τους από κάτω και θα φτιάχναμε ένα χώρο συνάντησης με αυτούς.


4. Το «κόστος» τού να είμαστε συνεπείς.
Κάθε συμπέρασμα που βγάζαμε στην εσωτερική μας ανάλυση μας οδηγούσε σε έναν ορισμό, και αυτός με τη σειρά του σε ένα νέο συμπέρασμα. Σύμφωνα με τον τρόπο μας, δεν μπορούσαμε να καλέσουμε τον κόσμο σε μία πρωτοβουλία χωρίς να του πούμε καθαρά τι σκεφτόμασταν και πού θέλαμε να πάμε. Αν κρίναμε ότι είχαμε τελειώσει με την πολιτική τάξη και με τους από πάνω, έπρεπε να το πούμε ξεκάθαρα. Έπρεπε να κάνουμε μια μετωπική και ριζική κριτική ΟΛΗΣ της πολιτικής τάξης και χωρίς εξαιρέσεις (όπως είχαμε διαφοροποιήσει κάποτε τον Cardenas από το PRD), εξηγώντας επαρκώς τους λόγους και τα επιχειρήματά μας για τη στάση μας αυτή. Δηλαδή, να δώσουμε στον κόσμο να καταλάβει ότι κάτι είχε σπάσει οριστικά.

Σκεφτήκαμε τότε (και, όπως φάνηκε, δεν είχαμε άδικο) ότι η μερίδα που τότε είχε υποστηρίξει τον Cardenas Solorzano θα «ξεχνούσε» τις νομοθετικές και διοικητικές κινήσεις του PRD, τις «μεταγραφές» πρώην μελών του PRI, τα κολλητιλίκια με μεγαλοεπιχειρηματίες, τις κατασταλτικές επιθέσεις κυβερνητών του PRD ενάντια σε λαϊκά κινήματα που δεν κινούνταν στην τροχιά του, τη συνένοχη σιωπή του Λόπες Ομπραδόρ μπροστά στην ψηφοφορία της γερουσίας ενάντια στις συμφωνίες του San Andres… και θα ανακήρυττε τον Ομπραδόρ νέο αρχηγό. Για τον Ομπραδόρ θα μιλήσουμε παρακάτω. Αρκεί να πούμε ότι η κριτική μας προφανώς θα τον συμπεριλάμβανε και ότι, όπως αναμενότανε, αυτό θα ενοχλούσε και θα απομάκρυνε τη μερίδα αυτή που είχε κάποτε πλησιάσει τον νεοζαπατισμό.

Αυτή η μερίδα, που αποτελούνταν κατά κύριο λόγο από διανοούμενους, καλλιτέχνες, επιστήμονες και κοινωνικούς «αρχηγούς», συμπεριλάμβανε ακόμη τη λεγόμενη «κοινωνική βάση του PRD» και πολύ κόσμο που, χωρίς να υποστηρίζει ενεργά το PRD, πιστεύει ότι υπήρξε ή υπάρχει ακόμη κάτι που να σώζεται από την μεξικανική πολιτική τάξη. Και όλος αυτός ο κόσμος, μαζί με πολλούς άλλους που δεν προσυπέγραφαν ούτε προσυπογράφουν τις αναλύσεις και τις θέσεις του PRD, είχε δημιουργήσει ένα είδος ασπίδας γύρω από τις ζαπατιστικές κοινότητες. Είχαν κινητοποιηθεί κάθε φορά που δεχόμασταν κάποια επίθεση… εκτός από όταν η επίθεση προήλθε από το PRD.

Η κριτική και η αποστασιοποίησή μας από τον Ομπραδόρ, τον οποίον όλοι αυτοί θεωρούσαν και θεωρούν την εναλλακτική τους για να φτάσουν «πάνω», θα εκλαμβανόταν σαν άμεση κριτική προς τους ίδιους. Τελικά όχι μόνο θα έπαυαν να μας υποστηρίζουν, αλλά θα στρέφονταν και εναντίον μας. Έτσι και έγινε.

Ανάμεσα στους «θριάμβους» αυτών που από τα πανεπιστήμια, τις επιστήμες, τις τέχνες, την κουλτούρα και τα Μ.Μ.Ε. στηρίζουν ανεπιφύλακτα και άκριτα τον Ομπραδόρ (και κάνουν επίδειξη αλαζονείας και δεσποτισμού… και ας μην έχουν ακόμη γίνει κυβέρνηση) ξεχωρίζει και ένας που πέρασε απαρατήρητος: Καταφέρανε να κάνουν αυτό που δεν κατάφερε το χρήμα, οι πιέσεις και οι απειλές… να κλείσουν δηλαδή τους λίγους δημόσιους χώρους που έδιναν βήμα στο λόγο του EZLN. Πρώτα είπαν ψέματα, μετά διαστρέβλωσαν και συκοφάντησαν, μετά περιθωριοποίησαν και, τέλος, εξαφανίσανε το λόγο μας. Τώρα έχουν όλο το πεδίο ελεύθερο για να αποτελέσουν την αηδιαστική ηχώ αυτών που λέει και ξελέει ο Ομπραδόρ, εντελώς απροκάλυπτα πλέον…

Το κόστος όμως δεν θα ήταν μόνο πολιτικό… αλλά και στρατιωτικό. Δηλαδή, η «ασπίδα» θα έπαυε να υπάρχει και η πιθανότητα μίας στρατιωτικής επίθεσης ενάντια στον EZLN θα ήταν όλο και πιο ελκυστική για τους ισχυρούς. Η επίθεση τότε θα είχε χρώμα χακί, μπλε , τρίχρωμο … ή και –όπως τελικά και έγινε– κίτρινο: H προσκείμενη στο PRD κυβέρνηση του Zinacantan επιτέθηκε με όπλα ενάντια σε μία ειρηνική κινητοποίηση των ζαπατιστικών βάσεων στήριξης στις 10 Απρίλη του 2004, ενώ αμέσως μετά οι κίτρινοι παραστρατιωτικοί, κατευθυνόμενοι από το PRD, δημιούργησαν τα πρώτα «δίκτυα πολιτών» για την υποστήριξη του Ομπραδόρ. Άλλη μία… απώλεια μνήμης αυτών που διαμαρτύρονται για την μη στήριξη του PRD από τους Ζαπατίστας.

Τότε ήταν που αποφασίσαμε να διαχωρίσουμε την πολιτικοστρατιωτική οργάνωση από την πολιτική δομή των κοινοτήτων. Αυτό ήταν μία επείγουσα ανάγκη. Η ανάμειξη της πολιτικοστρατιωτικής δομής στις κοινότητες, από ενστικτώδης και αυθόρμητη που ήταν στην αρχή, είχε πλέον μετατραπεί σε εμπόδιο. Ήταν η στιγμή να κάνουμε στην άκρη και να μην παρεμβαίνουμε. Σκοπός όμως δεν ήταν μόνο να αποφύγουμε το ενδεχόμενο η πορεία που είχαν διανύσει οι ζαπατιστικές κοινότητες (με δικό τους κόπο, σκέψη και δημιουργικότητα) να καταστραφεί μαζί με τον EZLN ή να παρεμποδιστεί από αυτόν. Θέλαμε ακόμη το κόστος της κριτικής στην πολιτική τάξη να «πληρωθεί» μόνο από τον EZLN και, κατά προτίμηση, από τον στρατιωτικό του αρχηγό και αντιπρόσωπο.

Αλλά όχι μόνο. Σε περίπτωση που οι ζαπατιστικές κοινότητες θα αποφάσιζαν να κάνουν το βήμα που ο EZLN έκρινε ως απαραίτητο, επείγον και συνεπές, θα έπρεπε να είμαστε έτοιμοι να επιβιώσουμε σε μία ενδεχόμενη επίθεση. Για αυτό και, αργότερα, η Έκτη διακήρυξη της ζούγκλας Λακαντόνα θα ξεκινούσε με έναν κόκκινο συναγερμό, για τον οποίο επί χρόνια προετοιμαζόμασταν.


5. Αντικαπιταλιστική και Αριστερή.
Το βασικό συμπέρασμα όμως στο οποίο καταλήξαμε δεν είχε σχέση με ζητήματα, ας πούμε, τακτικής, αλλά με κάτι πολύ πιο βασικό: Ο υπεύθυνος του πόνου, της αδικίας, της υποτίμησης, της λεηλασίας και των χτυπημάτων με τα οποία ζούσαμε είναι ένα οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό και ιδεολογικό σύστημα… το καπιταλιστικό. Το επόμενο βήμα του νεοζαπατισμού θα έπρεπε να καταδεικνύει ξεκάθαρα τον υπεύθυνο όχι μόνο της καταστρατήγησης των δικαιωμάτων και της κουλτούρας των ιθαγενών αλλά και της εκμετάλλευσης της πλειοψηφίας του λαού του Μεξικού. Έπρεπε δηλαδή να είναι μία πρωτοβουλία αντισυστημική. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, αν και όλες οι πρωτοβουλίες του EZLN έτειναν να έχουν αντισυστημικό χαρακτήρα, δεν ορίζονταν ξεκάθαρα ως τέτοιες. Όλες μας οι κινητοποιήσεις γύρω από τα δικαιώματα και την κουλτούρα των ιθαγενών κινούνταν στο πλαίσιο του συστήματος, συχνά δε με σκοπό την οικοδόμηση ενός διαλόγου και θεσμικού πλαισίου εντός της νομιμότητας.

Ο ορισμός του καπιταλισμού ως κύριου υπεύθυνου και εχθρού έφερε και ένα άλλο συμπέρασμα: Έπρεπε να πάμε πιο πέρα από τον ιθαγενικό αγώνα. Όχι μόνο σε επίπεδο διακηρύξεων και διακηρυγμένων σκοπών αλλά και σε επίπεδο οργάνωσης.

Χρειαζόταν… χρειάζεται, σκεφτήκαμε… σκεφτόμαστε, ένα κίνημα που να ενώνει τους αγώνες ενάντια στο σύστημα που μας λεηλατεί, μας εκμεταλλεύεται, μας καταστέλλει και μας υποτιμάει ως ιθαγενείς. Και όχι μόνο εμάς ως ιθαγενείς αλλά και εκατομμύρια άλλους που δεν είναι ιθαγενείς: Εργάτες, αγρότες, υπάλληλους, μικρούς εμπόρους, πλανόδιους/ες, εργαζόμενους/ες στο σεξ, άνεργους, μετανάστες/τριες, υποαπασχολούμενους/ες, εργαζόμενους/ες του δρόμου, ομοφυλόφιλους, λεσβίες, τρανς, γυναίκες, νέους, γέρους και παιδιά.

Στην ιστορία της δημόσιας ζωής του ΕΖLN είχαμε γνωρίσει πολλές οργανώσεις και ιθαγενικούς λαούς και είχαμε ευτυχώς σχετιστεί μαζί τους. Το Εθνικό Ιθαγενικό Κογκρέσο μας είχε δώσει τη δυνατότητα όχι μόνο να γνωρίσουμε και να διδαχθούμε από τους αγώνες και τις αυτόνομες διαδικασίες που προωθούσαν οι ιθαγενικοί λαοί, αλλά και να σχετιζόμαστε με τους υπόλοιπους με αμοιβαίο σεβασμό.

Αλλά επίσης είχαμε γνωρίσει οργανώσεις, συλλογικότητες και πολιτικές-πολιτιστικές ομάδες με σαφή αντικαπιταλιστικό και αριστερό χαρακτήρα. Απέναντι σε αυτές είχαμε διατηρήσει μία σχετική δυσπιστία, απόσταση και σκεπτικισμό. Η σχέση είχε υπάρξει, κυρίως, σχέση συνεχούς… μη επικοινωνίας… και από τις δύο πλευρές.

Αναγνωρίζοντας το καπιταλιστικό σύστημα ως υπεύθυνο του πόνου των ιθαγενών, ο EZLN έπρεπε να αναγνωρίσει ότι δεν ήμασταν εμείς οι μόνοι που βιώναμε πόνο. Ήταν και είναι και όλοι οι άλλοι/ες που συναντούσαμε εδώ και 12 χρόνια. Το να αναγνωρίσουμε την ύπαρξή τους, σήμαινε να αναγνωρίσουμε την ιστορία τους. Καμία από αυτές τις οργανώσεις, ομάδες και συλλογικότητες δεν είχε «γεννηθεί» με τον ΕΖLN, ούτε αντιγράφοντάς τον, ούτε στη σκιά του, ούτε υπό την «προστασία» του. Ήταν και είναι ομαδοποιήσεις με μία δική τους ιστορία αγώνα και αξιοπρέπειας. Μία αντισυστημική αντί-καπιταλιστική πρωτοβουλία έπρεπε όχι μόνο να τις λάβει σοβαρά υπ’ όψιν, αλλά και να οικοδομήσει μία ειλικρινή σχέση μαζί τους, μία σχέση δηλαδή σεβασμού.

Οι σύντροφοι του Εθνικού Ιθαγενικού Κογκρέσου μας είχαν διδάξει ότι η αναγνώριση των διαφορετικών ιστοριών, τρόπων και ορίων είναι η βάση του σεβασμού. Για αυτό και σκεφτόμασταν ότι ήταν δυνατόν να θέσουμε τη σκέψη αυτή και σε άλλες οργανώσεις, ομάδες και συλλογικότητες αντικαπιταλιστικού χαρακτήρα. Η καινούρια πρωτοβουλία μας έπρεπε να βασιστεί στη δημιουργία συμπτώσεων και συμμαχιών με αυτούς τους άλλους, χωρίς αυτό να σημαίνει οργανική ενότητα ή ηγεμονία αυτών ή του EZLN.


6. Κοιτάζοντας ψηλά… σε αυτά που δεν λέγονται.
Όσο εκεί πάνω εξελισσόταν ο αγώνας για τον προεδρικό θώκο, γινόταν όλο και πιο σαφές ότι το πιο σημαντικό από όλα έμενε και θα έμενε ανέγγιχτο: To κυρίαρχο οικονομικό μοντέλο. Το σύστημα δηλαδή που υπομένουμε σαν ινδιάνικοι λαοί, σαν μεξικάνοι και που δεν αμφισβητούνταν φυσικά από κανέναν από αυτούς που τσακώνονταν εκεί πάνω: Ούτε από το PRI ούτε από το PAN ούτε από το PRD.

Όπως έχει επισημανθεί, όχι μόνο από εμάς, η υποτίθεται «αριστερή» πρόταση (του PRD γενικά και του Ομπραδόρ ειδικότερα), ούτε ήταν ούτε είναι αυτό που λέει ότι είναι. Ήταν και είναι ένα πρόγραμμα διαχείρισης της κρίσης που διασφαλίζει τα κέρδη των μεγαλοϊδιοκτητών και επιχειρεί να ελέγξει την κοινωνική δυσαρέσκεια επιστρατεύοντας οικονομικά βοηθήματα, την κατά το δυνατόν αφομοίωση κινημάτων και των ηγετικών τους μορφών, απειλές και καταστολή. Από την άφιξη του Cardenas Solorzano, τον οποίον διαδέχτηκαν οι Rosario Robles, Λόπες Ομπραδόρ και Alejandro Encinas στην κυβέρνηση της πρωτεύουσας, η πόλη του Μεξικό κυβερνούνταν και κυβερνάται όπως με το PRI, αλλά με τη σημαία του PRD. Άλλαξε το κόμμα αλλά όχι και η πολιτική.

Ο Λόπες Ομπραδόρ όμως έχει κάτι που έλειπε από όλους τους προηγούμενους: Χάρισμα στο λόγο και ικανότητες. Αν ο Cardenas πριν κάποια χρόνια χρησιμοποίησε την κυβέρνηση της πόλης σαν σκαλοπάτι για την προεδρία, το ίδιο έκανε αναμφισβήτητα και ο Ομπραδόρ, αλλά με πολύ περισσότερη επιδεξιότητα και τύχη από τον μηχανικό. Η κυβέρνηση του Vicente Fox, με τις αδεξιότητές της, αποτέλεσε πρώτης τάξης προωθητή και διαφημιστή της υποψηφιότητας του PRD. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, ο Ομπραδόρ θα κέρδιζε τις εκλογές για την προεδρία της δημοκρατίας.

Και δεν κάναμε λάθος. Ο Ομπραδόρ απέσπασε το μεγαλύτερο μέρος των ψήφων ανάμεσα σε όλους όσους φαγώνονταν για την προεδρία. Αν και όχι με την άνεση που είχε προβλέψει, υπερτέρησε ξεκάθαρα και με διαφορά.

Αυτό στο οποίο κάναμε λάθος ήταν ότι πιστέψαμε πως το μέσο της εκλογικής νοθείας ήταν κάτι που ανήκε στο παρελθόν. Θα μιλήσουμε όμως αργότερα για αυτό.

Συνεχίζοντας με την ανάλυσή μας, η άφιξη του Ομπραδόρ και της ομάδας του (που αποτελούνταν από καθαρόαιμους, ξεδιάντροπους ή ντροπιασμένους οπαδούς του Salinas, και διάφορους άλλους αχρείους και ποταπούς τύπους) στην προεδρία της δημοκρατίας, θα σήμαινε την άφιξη μίας κυβέρνησης που, αν και θα φαινόταν αριστερή, θα κυβερνούσε σαν δεξιά (όπως ακριβώς έκανε και κάνει στην κυβέρνηση της πόλης του Μεξικό). Επιπλέον δε, θα το έκανε όντας πλήρως νομιμοποιημένη, συμπαθής και δημοφιλής. Τίποτε όμως από το κυρίαρχο οικονομικό μοντέλο δεν θα πειραζόταν. Όπως είπε ο Ομπραδόρ και η παρέα του: «Θα διατηρούνταν οι μακροοικονομικές πολιτικές».

Όπως σχεδόν κανείς δε λέει, οι «μακροοικονομικές πολιτικές» δεν σημαίνουν τίποτε άλλο από εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης, καταστροφή της κοινωνικής ασφάλισης, ελαστικοποίηση της εργασίας, λεηλασία των κοινοτικών γαιών, αύξηση της μετανάστευσης στις Η.Π.Α., καταστροφή της ιστορίας και της κουλτούρας, καταστολή απέναντι στην κοινωνική δυσαρέσκεια… και ιδιωτικοποίηση του πετρελαίου, της ηλεκτρικής ενέργειας και γενικά των φυσικών πόρων (που, στον λόγο του Λόπεζ Ομπραδόρ, έπαιρνε τη μορφή της «μικτής επένδυσης»).

Η «κοινωνική» πολιτική (οι αναλυτές που πρόσκεινται στον Ομπραδόρ «ξεχνάνε» για μία ακόμη φορά τις ομοιότητες με την «αλληλεγγύη» του Carlos Salinas de Gortari – στην ομάδα του Λόπες Ομπραδόρ γνωστός και ως «ακατονόμαστος») της πρότασης του PRD, μας έλεγαν, θα ήταν εφικτή μειώνοντας το κόστος της κρατικής μηχανής και εξαφανίζοντας (καλό…) τη διαφθορά. Τα λεφτά που θα εξασφαλίζονταν θα αποδίδονταν στις «ευάλωτες τάξεις» (ηλικιωμένοι και ανύπαντρες μητέρες) και για να στηριχθεί η επιστήμη, οι τέχνες κ.τ.λ.

Σκεφτήκαμε τότε: Ο Ομπραδόρ θα κερδίσει τις εκλογές νόμιμα και με την υποστήριξη των μεγάλων επιχειρηματιών, πέρα από την αμέριστη υποστήριξη της προοδευτικής διανόησης, θα συνεχιστεί η διαδικασία καταστροφής του Μεξικού (αλλά με μία «αριστερή» καταστροφή αυτή τη φορά) και κάθε αντίρρηση ή αντίσταση θα θεωρείται πατροναρισμένη από την δεξιά, στην υπηρεσία της δεξιάς, σεκταρισμός, ακρότητα, παιδιάρισμα… σύμμαχος της Μάρθα Σααγούν (εκείνη την περίοδο «ακουγόταν» το όνομα της Μαρθούλας για το χρίσμα της υποψηφιότητας του PAN για την προεδρία – αργότερα η ρετσινιά θα ήταν «σύμμαχος του Καλντερόν») κ.τ.λ., θα καταστέλλεται (όπως το φοιτητικό κίνημα το 1999-2000 ή ο λαός του San Salvador Atenco – ας μην ξεχνάμε ότι όλα ξεκίνησαν από τον δήμαρχο του Texcoco, μέλος του PRD, και τους βουλευτές του PRD στην Πολιτεία του Μεξικό, που σήμερα ζητάνε την απελευθέρωση των κρατούμενων, αν και τη στιγμή εκείνη χαιρέτησαν και υποστήριξαν την αστυνομική καταστολή· όπως οι νέοι που καταστέλλονται από την κυβέρνηση του PRD «του υπερασπιστή του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης», Αλεχάντρο Ενσίνας, μόνο και μόνο επειδή απέκλεισαν κάποιο δρόμο απαιτώντας ελευθερία και δικαιοσύνη για το Ατένκο)· θα δέχεται επίθεση (όπως οι ζαπατιστικές βάσεις στήριξης στο Zinacantan), ή θα συκοφαντείται, θα διώκεται και θα δαιμονοποιείται (όπως η Άλλη Καμπάνια και ο EZLN).

Αλλά η αυταπάτη θα διαλυόταν τη στιγμή που θα φαινόταν ξεκάθαρα πως τίποτε δεν είχε αλλάξει για τους από κάτω. Και τότε θα ερχόταν μία περίοδος αποθάρρυνσης, απελπισίας και απογοήτευσης, σαν να λέμε δηλαδή το ιδανικό περιβάλλον ανάπτυξης του φασισμού…

Εκείνη τη στιγμή θα ήταν απαραίτητη μία αριστερή οργανωτική εναλλακτική. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς μας, τα πρώτα τρία χρόνια διακυβέρνησης θα καθοριζόταν η πραγματική φύση του αποκαλούμενου «Εναλλακτικού Εθνικού Προγράμματος».

Η πρωτοβουλία μας έπρεπε να λάβει υπ’ όψιν αυτά τα δεδομένα και να προετοιμαστεί για μία πορεία όπου τα πάντα θα ήταν εναντίον της (ακόμα και οι γελοιογραφίες) για αρκετά χρόνια, πριν μετατραπεί σε μία πραγματική αριστερή και αντικαπιταλιστική επιλογή.


7. Τι ακολουθούσε; Η Έκτη.
Στα τέλη του 2002, το σχέδιο που θα γινόταν γνωστό αργότερα ως η Έκτη Διακήρυξη της Ζούγκλας Λακαντόνα ήταν λίγο πολύ σχηματοποιημένο: μία νέα πολιτική και ειρηνική πρωτοβουλία των πολιτών. Αντικαπιταλιστική, που όχι μόνο δεν θα αναζητούσε το διάλογο με την εξουσία αλλά θα την έκρινε ανοιχτά και χωρίς προσχήματα. Που θα επέτρεπε την επαφή ανάμεσα στον EZLN και τους άλλους από κάτω, που θα τους άκουγε, που θα πρότασσε τις επαφές με τον απλό και ταπεινό κόσμο. Που θα επέτρεπε τη δημιουργία συμμαχιών με ομάδες, οργανώσεις και συλλογικότητες με την ίδια με εμάς σκέψη, που θα στόχευε μακριά. Που θα ήταν προετοιμασμένη να προχωρήσει μόνη εναντίον όλων (συμπεριλαμβανομένου του προοδευτικού χώρου των καλλιτεχνών, επιστημόνων και διανοούμενων) και διατεθειμένη να αντιμετωπίσει μία κυβέρνηση που θα είχε τη νομιμότητα με το μέρος της. Εν ολίγοις: Να κοιτάμε, να ακούμε, να μιλάμε, να προχωράμε, να αγωνιστούμε, από κάτω… και αριστερά.

Τον Γενάρη του 2003, δεκάδες χιλιάδες ζαπατίστας κατέλαβαν την πόλη του San Cristobal de las Casas. Με ματσέτες (ως φόρο τιμής στους εξεγερμένους του Atenco) και φλεγόμενα ξερά ραβδιά από οκότε φωτίσανε την κεντρική πλατεία της αρχαίας Χόβελ. Μίλησε η ζαπατιστική διοίκηση. Ανάμεσά τους και ο comandante Tacho που προειδοποίησε όσους στοιχημάτιζαν στη λήθη, τον κυνισμό και το συμφέρον: «Κάνετε λάθος, κάτι νέο ετοιμάζεται…».

Εκείνη τη στιγμή, αν και βρισκόταν ακόμη ανάμεσα στις σκιές του πρωινού, η Έκτη Διακήρυξη είχε αρχίσει να περπατάει…

Συνεχίζεται…

Για την Παράνομη Επαναστατική Ιθαγενική Επιτροπή – Γενική Διεύθυνση του EZLN και την Επιτροπή «Έκτη»

Εξεγερμένος Υποδιοικητής Μάρκος
Mεξικό, Αύγουστος - Σεπτέμβριος του 2006

Δεν υπάρχουν σχόλια: